Η επέλαση της πανδημίας του νέου κορονοϊού δημιούργησε καινοφανείς συνθήκες στο σύνολο της καθημερινότητας των κοινωνιών μας, προκάλεσε και προκαλεί αλυσιδωτές εξελίξεις στους τομείς της προσωπικής μας ζωής, της κοινωνικής μας συμμετοχής, της λειτουργίας της δικαιοσύνης, τις οικονομικές επιπτώσεις των περιοριστικών μέτρων, του πολιτισμού κ.ο.κ. Ειδικά, όσον αφορά τις νομικές προεκτάσεις της πανδημίας ναι μεν οριοθετήθηκαν σε όλους τους τομείς της ευρύτερης έννοιας της νομικής επιστήμης και των συστημάτων απονομής της δικαιοσύνης αλλά αφορούσαν επίσης ευρύτερες συζητήσεις σχετικά με τη συνταγματικότητα της λήψης των περιοριστικών μέτρων και των γενικότερων αρχών του δικαίου, όχι μόνο σε εθνικό επίπεδο αλλά και σε διεθνές επίπεδο.
Οι νομικές προεκτάσεις της πανδημίας αφορούν τόσο τα μέτρα που έχουν ληφθεί εν μέσω της κρίσης του Covid-19 αλλά και τα υφιστάμενα μέτρα που εξακολουθούν να ισχύουν και την επικείμενη άρση των περιοριστικών μέτρων ή την συνέχιση τους. Αυτή την περίοδο ασχοληθήκαμε με τη νέα τάξη πραγμάτων στα νομικά μας συστήματα αλλά και με τη λειτουργία του διεθνούς δικαίου και του δικαίου της θάλασσας, ως επίσης και άλλων επιμέρους τομέων της νομικής επιστήμης. Η κρίση του νέου κορονοϊού δημιούργησε νέα δεδομένα για τους τομείς του δικαίου. Για παράδειγμα, έγιναν αλλαγές όσον αφορά την εφαρμογή των κανόνων του διεθνούς δικαίου, τις έννοιες της πολυμερείας ν. μονομερείας των πράξεων των κρατών, τις αλλαγές σε εργασιακά καθεστώτα, τη λειτουργία (και το μέλλον αλλά και τις προοπτικές) περιφερειακών οργανισμών και ειδικότερα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ζητήματα που αφορούν το ιατρικό δίκαιο εν καιρώ πανδημίας, την πρόσβαση σε συστήματα δημόσιας υγείας, τους περιορισμούς που δυνατόν να τίθενται σε εφαρμογή, στην προώθηση και το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ευρύτερα την επιλειτουργία αυτού που ονομάζουμε κράτος δίκαιου σε εθνικό και διεθνές επίπεδο.
Οι συνέπειες των περιοριστικών μέτρων μπορούν να αποτυπωθούν σε διάφορους τομείς – αυτό που έχει, όμως, σημασία κυρίως, υπό αυτές τις περιστάσεις, ήταν ο περιορισμός της πανδημίας και της διάδοσης του ιού, η αποτροπή κατάρρευσης του συστήματος δημόσιας υγείας που παρουσιάστηκε σε άλλες χώρες (βλ., για παράδειγμα, την Ιταλία, την Ισπανία, τις ΗΠΑ κ.ο.κ.) που είχε ως αποτέλεσμα την καλύτερη προετοιμασία και αντίδραση της πολιτείας και το γεγονός ότι λάβαμε εξ αρχής τα αναγκαία μέτρα για τον περιορισμό εξάπλωσης της πανδημίας. Αυτό οδήγησε στην σταδιακή άρση των περιοριστικών μέτρων, τα οποία λαμβάνονταν μέσω διαταγμάτων στην βάση του Περί Λοιμοκαθάρσεως Νόμου και σχετικών αποφάσεων του Υπουργικού Συμβουλίου, το οποίο έδωσε και το νομικό έρεισμα για τη λήψη των μέτρων που λήφθηκαν για τον περιορισμό της εξάπλωσης της πανδημίας.
Υπήρξαν αρκετές νομικές συζητήσεις που αφορούσαν στην συνταγματικότητα των μέτρων, ειδικά όσον αφορά στον περιορισμό διακίνησης και στην αναστολή, για παράδειγμα, της λειτουργίας των δικαστηρίων. Αυτά τα θέματα, όμως, αποτελούν δευτερεύοντα ζητήματα εν μέσω της κρίσης της πανδημίας και τα μέτρα που ελήφθησαν στόχευαν στον απόλυτο βαθμό στην προστασία της δημόσιας υγείας, η οποία διαλαμβάνεται ούτως ή άλλως από το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Στόχος του παρόντος δεν είναι η ενδελεχής διατριβή επί τούτων των ζητημάτων, αλλά των σκέψεων για την επόμενη μέρα της σταδιακής άρσης των περιοριστικών μέτρων.
Η επόμενη μέρα του lockdown μας βρίσκει πιο συνετούς όσον αφορά στην ανάληψη νομικών μέτρων για την αντιμετώπιση του νέου κορονοϊού αλλά και στη διαδικασία άρσης τούτων των μέτρων που θεωρήθηκαν ως περιοριστικά όσον αφορά στις ατομικές μας ελευθερίες και τη γενικότερη διατριβή μας με τις διαδικασίες που εμπεριέχονται στην εφαρμογή της αρχής του κράτους δικαίου. Το πρώτιστο ζήτημα που προκύπτει είναι κατά πόσον οι οποιοιδήποτε περιορισμοί ή περιοριστικά μέτρα που έχουν ληφθεί στην περίοδο του εγκλεισμού θα αρθούν πλήρως ή θα συνεχιστούν σε αόριστο χρόνο, γεγονός που δημιουργεί νομικά ζητήματα αφ’ ης στιγμής δεν ελλοχεύει μια νέα έξαρση της πανδημίας στις ευρύτερες τάξεις του πληθυσμού, που θα απειλούσε τη δημόσια υγεία.
Ειδικότερα, σε επίπεδο συλλογικό και στα πλαίσια της πολυμέρειας που ακολουθείται στο διεθνές δίκαιο και αφορά ακόμα πιο έντονα την επιλειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μας απασχολεί το κατά πόσον θα υπάρξουν συγκεκριμένα νομοθετικά μέτρα που να οδηγούν στην έξοδο από τα έκτακτα, μονομερή μέτρα που έχουν υιοθετήσει τα επιμέρους κράτη. Μια τέτοια ενέργεια θα καταδείξει και τον τρόπο με τον οποίο η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση θα εξέλθει από την υπαρξιακή, αν θέλετε, κρίση την οποία διέρχεται λόγω και των ζητημάτων που προέκυψαν από την καθυστέρηση στην λήψη μέτρων που διέπουν ολιστικά τα μέλη της, παρόλο το γεγονός ότι ζητήματα υγείας εμπίπτουν ως επί το πλείστoν στην εθνική κυριαρχία των κρατών.
Ένα ζήτημα που απορρέει εκ των πιο πάνω είναι η διασυνοριακή υποστήριξη στον τομέα της υγείας αλλά και στην διακίνηση ιατρικού εξοπλισμού και αναλωσίμων, τα οποία ενδεχομένως να απαιτηθούν σε μια δεύτερη έξαρση της πανδημίας. Προς τούτο, η Ευρωπαϊκή Ένωση είχε εκδώσει κατευθυντήριες οδηγίες που αφορούν στην βοήθεια έκτακτης ανάγκης της ΕΕ για τη διασυνοριακή συνεργασία στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης που σχετίζεται με την κρίση της νόσου Covid-19 (2020/C 111 I/01). Επί τούτου αναφέρεται σχετικά ότι οι κατευθυντήριες οδηγίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αφορούν συγκεκριμένα, στον συντονισμό των ζητούμενων και προσφερόμενων κλινών εντατικής θεραπείας και του συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης και αντίδρασης, ως επίσης και στο συντονισμό και τη συγχρηματοδότηση της επείγουσας μεταφοράς ασθενών και κατάλληλα ειδικευμένων ομάδων ιατρικού προσωπικού σε διασυνοριακό επίπεδο. Όμως, αυτά τα μέτρα δεν αποτελούν νομικά δεσμευτικά μέτρα που θα καθορίσουν τις επόμενες ενέργειες των Κρατών αλλά άπτονται της διακριτικής κυριαρχικής ευχέρειας των Μελών να τα ακολουθήσουν. Άρα, δημιουργούνται ζητήματα που άπτονται των νομικών προεκτάσεων της επόμενης μέρας του lockdown. Σε περίπτωση που αυτά τα ζητήματα δεν επιλυθούν διά της απαραίτητης νομοθετικής οδού, θα πρέπει να διασαφηνιστούν μέσω ενδεχομένως διμερών / πολυμερών διεθνών συμφωνιών, κάτι για το οποίο δεν υπάρχει αυτήν την χρονική στιγμή η ένδειξη ή η βούληση των Κρατών να συνομολογήσουν λόγω της διαφοροποίησης που υπάρχει όσον αφορά στην μονομέρεια των νομοθετικών έκτακτων μέτρων που έχουν ακολουθήσει τα επιμέρους Κράτη.
Σε ένα άλλο επίπεδο είναι το κατά πόσον τα οποιαδήποτε νέα περιοριστικά μέτρα περιοριστούν σε επιδημικές εξάρσεις του κορονοϊού όχι σε εθνικό αλλά σε τοπικό επίπεδο, με την δυνατότητα του Υπουργού Υγείας να εκδίδει διατάγματα για συγκεκριμένες περιφέρειες και όχι το σύνολο της εδαφικής επικράτειας του Κράτους. Επιδημιολογικά, αυτό ενδεχομένως να αποτελέσει τη νέα τάση της επόμενης φάσης των διαταγμάτων στη βάση του Νόμου λαμβάνοντας υπόψη την επιδημιολογία των νέων κρουσμάτων που δυνατόν να παρουσιαστούν στην περίοδο που διανύουμε μετά την σταδιακή άρση των προηγούμενων περιοριστικών μέτρων.
Σε όλες τις περιπτώσεις και χωρίς να εξαντλούμε το ζήτημα των νομικών
προεκτάσεων της άρσης των περιοριστικών μέτρων που ίσχυαν τις προηγούμενες
εβδομάδες θα πρέπει να τονιστεί μια βασική αρχή: σε περιόδους εκτάκτων αναγκών
και κρίσεων είναι σοφότερο να ακολουθούμε τις κυβερνητικές οδηγίες για την
διασφάλιση της δημόσιας υγείας, χωρίς να υπάρχουν, φυσικά, εκπτώσεις στην
εφαρμογή των νομικών δικαιωμάτων των πολιτών που να θεωρηθούν υπερβολικές σε
μεταγενέστερο στάδιο, όταν επί τέλους αρθούν όλοι οι περιορισμοί.